“Οι χώροι θέασης και ακρόασης, που δημιούργησε η ελληνική αρχαιότητα, αποτελούν για πολλούς λόγους μία από τις πιο σημαντικές ομάδες μνημείων της πολιτισμικής μας κληρονομιάς.
Πρώτα απ’ όλα γιατί οι χώροι αυτοί, ως τόποι μαζικής συγκέντρωσης, για θρησκευτικούς, πολιτικούς ή ψυχαγωγικούς σκοπούς, εκφράζουν στην αρχιτεκτονική με τον προφανέστερο τρόπο την δημοκρατική αντίληψη για τη ζωή και την έντονη αίσθηση κοινότητας που χαρακτήρισε τον αρχαίο βίο.
Ένας δεύτερος λόγος για την ιδιαίτερη σημασία αυτών των χώρων είναι ότι το θέαμα και ο λόγος που αναπτύσσονταν μέσα σ’ αυτούς, ιδιαίτερα το ψυχαγωγικό θέαμα, με την πραγματική έννοια της ψυχαγωγίας, της αγωγής της ανθρώπινης ψυχής, αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα κοινωνικά πολιτισμικά αγαθά.
Και ένας τρίτος λόγος είναι ότι στον χώρο της Μεσογείου, και ιδιαίτερα στην Ελλάδα, σώζονται σε μεγάλο αριθμό οι χώροι στους οποίους ασκήθηκε από την εποχή της διαμόρφωσης της η θεατρική δημιουργία. Οι χώροι αυτοί, περισσότερο απ’ όσο όλα τα άλλα κατάλοιπα του παρελθόντος, ασκούν στη σύγχρονη κοινωνία, αλλά και τη σύγχρονη καλλιτεχνική δημιουργία, μια ιδιαίτερη πρόκληση επαφής του παρόντος με το παρελθόν, επειδή προσφέρονται κατεξοχήν για χρησιμοποίησή τους με την ίδια λειτουργία για την οποία σχεδιάστηκαν.
Η βίωση των μνημείων και η ένταξή τους στη ζωή εξελίσσεται από τάση σε απαίτηση της σύγχρονης κοινωνίας.“
Βασίλης Λαμπρινουδάκης, ομότιμος καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών
Στον αρχαίο Δήμο Ικαρίας (σημερινός Δήμος Διονύσου) υπάρχει αρχαίο θέατρο στο Ιερό του Διονύσου, στο οποίο λατρεύονταν οι θεοί Διόνυσος και Απόλλων.
Η λατρεία του Διονύσου εδραιώθηκε κατά τον 6ο π.Χ. αιώνα. Από την λατρεία αυτή του Διονύσου προήλθε το Αρχαίο Δράμα.
Ο Διόνυσος, θεός της άνθησης και των καρπών, προσωποποιούσε τον κύκλο των εποχών του έτους και τις μυστηριώδεις παραγωγικές δυνάμεις της φύσης.
Χαρακτηριστικό γνώρισμα των λατρευτικών εκδηλώσεων προς τιμή του θεού ήταν η έκσταση, δηλαδή η ιερή μανία, η συναισθηματική μέθη, υπό την οποία οι πιστοί τραγουδούσαν ένα τραγούδι, το Διθύραμβο ντυμένοι με τα δέρματα ζώων και στεφανωμένοι με κισσό.
Στην αρχή ο Διθύραμβος ήταν αυτοσχέδιος . Αργότερα όμως τον συνέθετε κάποιος ποιητής και τον εκτελούσε ένας χορός από 50 μεταμφιεσμένους άνδρες με επικεφαλής τον ποιητή.
Στα μέσα του 6ου αι. π. Χ., ο Θέσπις ποιητής από το Δήμο της Ικαρίας, πραγματοποίησε μια μεγάλη καινοτομία στο θέατρο αυτού του ιερού. Διαχώρισε τον εαυτό του από τον υπόλοιπο χορό, ταυτίστηκε με ένα πρόσωπο της αφήγησης, δηλαδή υποδύθηκε ένα ρόλο και απευθυνόμενος στο χορό συνδιαλέχθηκε μαζί του. Με άλλα λόγια, σταμάτησε να τραγουδά μια ιστορία και άρχισε να την παριστάνει, δημιούργησε δηλαδή τον Πρώτο Υποκριτή, τον Πρώτο Ηθοποιό.
Έτσι γεννήθηκε το δράμα.
Ο Θέσπις στη συνέχεια με μερικούς υποκριτές περιφερόταν σ’ όλους τους Δήμους της Αττικής με ένα άρμα παρουσιάζοντας την καινοτομία του, το περίφημο «Άρμα Θέσπιδος», σύμβολο μέχρι σήμερα του Θεάτρου γενικώς.
Από το αρχαίο θέατρο σώζονται μέχρι σήμερα η ορχήστρα της οποίας το σχήμα είναι τραπεζοειδές
και έξι θρόνοι στην αρχή του κοίλου.
Από το Ιερό σώζονται τα ερείπια ναών, και σε καλή σχετικά κατάσταση, το Χορηγικό Μνημείο των Αγνία, Ξανθίππου και Ξανθίδη, γιατί κατά τους Βυζαντινούς χρόνους (11ος αι. π.Χ.) απετέλεσε το ιερό χριστιανικής εκκλησίας αφιερωμένης στον Άγιο Διονύσιο.
Σήμερα ο χριστιανικός ναός της περιοχής είναι αφιερωμένος επίσης στον Άγιο Διονύσιο.
Όλα τα Σχολεία του σημερινού Δήμου Διονύσου (Δημοτικά- Γυμνάσια- Λύκεια) έχουν υιοθετήσει το Ιερό και το Θέατρο, έχουν δημιουργήσει ένα Μαθητικό Σύλλογο το «ΙΚΑΡΙΟΝ» με σκοπό να μελετήσουν, να προστατεύσουν και να αναδείξουν το εμβληματικό αυτό ιερό του Διονύσου.
Λίγο μετά τα μέσα του 5ου π.Χ. αιώνα, την εποχή της ακμής της αθηναϊκής δημοκρατίας, ξεκίνησε με πρωτοβουλία του Περικλή η κατασκευή ενός νέου θεάτρου στη θέση παλαιοτέρου, αφιερωμένο στο Θεό Διόνυσο.
Το Θέατρο του Διονύσου είναι ο σημαντικότερος γνωστός υπαίθριος θεατρικός χώρος στην αρχαία Αθήνα και θεωρείται το πρώτο θέατρο του κόσμο.
Βρίσκεται στη νότια πλαγιά της Ακρόπολης, αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι του ιερού του Διονύσου και είναι άμεσα συνδεδεμένο με τους μύθους και τη λατρεία του θεού.
Από τον 6ο π.Χ. αιώνα στη θέση του θεάτρου λειτούργησε ένας ξύλινος πρόδρομός του. Η μορφή του θεάτρου όπως σώζεται σήμερα με μεταγενέστερες μετατροπές και αλλαγές, δημιουργήθηκε κατά την ολόλιθη ανακαίνισή του λίγο μετά τα μέσα του 4ου π.Χ. αιώνα.
Η σημασία του μνημείου αυτού είναι τεράστια, αφού δημιουργήθηκε και λειτούργησε την εποχή που το θέατρο αναδείχτηκε σε ένα από τα σημαντικότερα μέσα παιδείας των πολιτών.
Σε αυτό δίδαξαν για πρώτη φορά τα έργα τους, ο Αισχύλος, ο Σοφοκλής, ο Ευριπίδης και ο Αριστοφάνης κατά τη διάρκεια του πενθημέρου εορτασμού των Μεγάλων Διονυσίων, της επισημότερης και δημοφιλέστερης γιορτής του θεού Διονύσου που πραγματοποιείτο κάθε χρόνο από τις 9 έως 13 του μήνα Ελαφηβολιώνα ( τέλη Μαρτίου-αρχές Απριλίου).
«Στο μέγεθος υπερέχει το θέατρο της Αρκαδικής Μεγαλόπολης, στην αρμονία όμως ή στην ομορφιά ποιος αρχιτέκτονας θα ήταν άξιος να ανταγωνισθεί τον Πολύκλειτο;»
Παυσανίας: «Ελλάδος περιήγηση»
Προς τα τέλη του 4ου αιώνα π.Χ. χτίστηκε στο ιερό του Ασκληπιού στην Επίδαυρο το θέατρο που έμελλε να αποτελέσει το λαμπρότερο θέατρο της εποχής. Αναφέρεται ως έργο του αρχιτέκτονα Πολύκλειτου του Νεότερου. Σύμφωνα με την παράδοση, προκαλούσε τον θαυμασμό για την αισθητική και την λειτουργικότητά του και φαίνεται ότι απετέλεσε πρότυπο για πολλά θέατρα που κατασκευάστηκαν στην Ελλάδα από τα τέλη του 4ου αιώνα π.Χ. και μετά. Σήμερα εξακολουθεί να εντυπωσιάζει με την τελειότητα των αναλογιών και της ακουστικής του, αποτέλεσμα ενός καλά μελετημένου σχεδιασμού. Το θέατρο της Επιδαύρου δεν έχει υποστεί πολλές αλλαγές στο πέρασμα του χρόνου, έτσι μπορεί κανείς σήμερα να κατανοήσει τη μορφή των Ελληνικών θεάτρων.
Το ιερό της Δωδώνης βρίσκεται 15 χιλιόμετρα από τα Ιωάννινα κάτω από το όρος Τόμαρος, σ’ ένα πανέμορφο τοπίο και συνδέθηκε πρώτα απ’ όλα με τη φύση. Ήταν αφιερωμένο στον Δία, σύμφωνα με την τοπική παράδοση, και τη σύζυγό του Διώνη από την οποία πήρε το όνομα του.
Η αρχαία λατρεία ήθελε το ζευγάρι να κατοικεί σε μια βελανιδιά που τη θεωρούσαν ιερή.
Οι ιερείς ερμηνεύοντας το θρόισμα από τα φύλλα του δένδρου και τους ήχους των πουλιών που φώλιαζαν στα κλαδιά του, έδιναν χρησμούς για το μέλλον. Ήταν το αρχαιότερο ελληνικό μαντείο, όπως μας πληροφορεί ο Ηρόδοτος και αναφέρεται ήδη στα έπη του Ομήρου.
Στον ιερό αυτό χώρο ιδρύθηκε στις αρχές του 3ου αιώνα π.Χ. ένα από τα μεγαλύτερα αρχαία θέατρα της Ελλάδας στα χρόνια της βασιλείας του Πύρρου. Καταστράφηκε από τους Αιτωλούς στο τέλος του 3ου αιώνα π.Χ. αλλά γρήγορα ξανακτίστηκε.
Στα χρόνια του Ρωμαίου αυτοκράτορα Οκταβιανού Αυγούστου (27π.Χ-14) μετατράπηκε σε αρένα.
Στο τέλος της Ιεράς οδού που οδηγεί στον ναό του Απόλλωνα βρίσκεται το Αρχαίο Θέατρο που μοιάζει να αγναντεύει από ψηλά όλο το ιερό του θεού. Δεν είναι από τα μεγαλύτερα αρχαία θέατρα της Ελλάδας (4.200-4.600 θεατές) λόγω των περιορισμών που επέβαλε ο χώρος στο ορεινό τοπίο του Παρνασσού. Εκεί πραγματοποιούνταν οι μουσικοί αγώνες των Πυθίων προς τιμή του Απόλλωνα θεού της μουσικής. Στην αρχή οι θεατές παρακολουθούσαν τους αγώνες καθισμένοι στο έδαφος της πλαγιάς. Στα μέσα του 2ου αιώνα π.Χ. άρχισε η κατασκευή του λίθινου θεάτρου, η οποία όμως διακόπηκε εξ’ αιτίας ενός μεγάλου σεισμού. Το θέατρο τελικά ολοκληρώθηκε με χρήματα και εργάτες που προσέφερε ο βασιλιάς της Περγάμου Ευμένης Β΄ το 159-158 π.Χ. Μέχρι τιν 15ο αιώνα μ.Χ. διατηρήθηκε σε καλή κατάσταση σύμφωνα με περιγραφές Ευρωπαίων περιηγητών. Τους επόμενους όμως αιώνες θάφτηκε από σωρούς χώματος και ερειπώθηκε. Πανω εκεί κτίστηκε ένα ολόκληρο χωριό το Καστρί.
Το αρχαίο θέατρο αποκαλύφθηκε ξανά με τις ανασκαφές Γάλλων αρχαιολόγων μεταξύ των ετών 1892-1903. Λίγα χρόνια αργότερα ο χώρος απέκτησε και πάλι ζωή.
Ήταν το πρώτο θέατρο της Ελλάδας στο οποίο παρουσιάστηκε ξανά ύστερα από αιώνες έργο αρχαίας τραγωδίας. Ήταν η παράσταση του Προμηθέα Δεσμώτη του Αισχύλου που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο των πρώτων Δελφικών Γιορτών το 1927. Οι Δελφικές Γιορτές ήταν μια πρωτοβουλία του ποιητή Άγγελου Σικελιανού και της συζύγου του Εύας Πάλμερ, που είχαν στόχο την αναβίωση του αρχαίου θεάτρου αλλά και όνειρο να ξαναγίνουν οι Δελφοί «κέντρο του κόσμου» και να λειτουργήσουν σαν ένα σύμβολο παγκόσμιας συμφιλίωσης. Η παγκόσμια σημασία του έχει αναγνωρισθεί από την UNESCO και έτσι ο θέατρο και ολόκληρος ο αρχαιολογικός χώρος των Δελφών ανήκει στα Μνημεία Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς.
Το θέατρο των Αιγών βρισκόταν μέσα στον ιστό της πόλης κοντά στο ανάκτορο και δίπλα στην αγορά. Φαίνεται, επομένως, ότι θα ήταν ένα σημαντικό κτήριο προορισμένο όχι μόνο για θεατρικές παραστάσεις, αλλά και εκδηλώσεις πολλών ειδών, ακόμη και πολιτικές.
Είναι πιθανό να κτίστηκε ταυτόχρονα με το θέατρο του Διονύσου στην Αθήνα. Στη Μακεδονία πάντως το θέατρο των Αιγών είναι το αρχαιότερο που έχει αποκαλυφθεί μέχρι σήμερα και οι Μακεδόνες Βασιλείς το χρησιμοποιούσαν σαν το σπουδαιότερο μέσο παιδείας και πολιτισμού.
Δραματικοί ποιητές, αλλά και ηθοποιοί από διάφορα μέρη του αρχαίου κόσμου έρχονταν στην αυλή των Μακεδόνων βασιλέων για να παρουσιάσουν τα έργα τους αλλά και να προσφέρουν τις διπλωματικές τους υπηρεσίες. Ανάμεσα τους και ο Ευριπίδης που επισκέφθηκε τη Μακεδονία το 408 π.Χ. και πέρασε τα δύο τελευταία χρόνια της ζωής του στην αυλή του βασιλιά Αρχελάου. Εκεί φαίνεται ότι έγραψε τις Βάκχες.