Η ελληνική παρουσία στο Τουρκμενιστάν έχει μακρά ιστορία χιλιάδων χρόνων. Οι λαοί αυτής της περιοχής της κεντρικής Ασίας στο διάβα των αιώνων επινόησαν αρκετούς θρύλους για τον Μέγα Αλέξανδρο. Η προφορική παράδοση των Τουρκμένων τον αναφέρει και σήμερα ως σύμβολο δύναμης και μεγαλοπρέπειας.
Πολλά είναι και τα αρχαιολογικά ευρήματα στο Τουρκμενιστάν που έχουν σχέση με την ελληνιστική περίοδο. Τα μουσεία της χώρας και οι εκθέσεις, που τα φιλοξενούν, αποτελούν για το λαό και το κράτος ανεκτίμητο πλούτο.
Τα εκθέματά του αντιπροσωπεύουν τις βασικότερες περιόδους στην ιστορία της ευρύτερης περιοχής. Ένα μέρος από αυτά δείχνουν την καθημερινότητα των κατοίκων του Τουρκμενιστάν.
Όμως, σε δύο αίθουσες του μουσείου υπάρχουν ελληνικά και ελληνιστικά ευρήματα.
Το έκθεμα με την τυπική ονομασία «κεφάλι οπλίτη με κράνος», το οποίο βρέθηκε στην Παλαιά Νίσα, έδειχνε ξεκάθαρα την ελληνική του καταγωγή. Οι ξένοι επισκέπτες δεν μπορούσαν να κρύψουν το θαυμασμό τους αντικρίζοντας τα αριστουργήματα των αρχαίων Ελλήνων. Κεραμικά αγγεία, μαρμάρινα αγάλματα και νομίσματα αφήνουν άφωνους τους τουρίστες, που έρχονται από διάφορα μέρη του κόσμου.
Στη διάρκεια της επίσκεψης στον αρχαιολογικό χώρο, που ονομάζεται «Παλαιά Νίσα», ο καθένας θα μπορούσε εύκολα να παρατηρήσει τη σχετική ομοιότητα με τις αρχαίες ελληνικές πόλεις.
Η διαφορά μεταξύ τους φαίνεται στα οικοδομικά υλικά. Στην Ασία η έλλειψη πέτρας και μαρμάρου οδηγούσε τους τεχνίτες να χρησιμοποιούν πηλό, χώμα και άχυρο. Το χρώμα της άμμου με φόντο τη στέπα διαμόρφωνε μια μυθική εικόνα.
Πηγή: http://www.pontos-news.gr/article/126943/i-ellada-sto-toyrkmenistan-apostoli
Η Μερβ ήταν η κύρια πόλη-όαση στην Κεντρική Ασία, πάνω στον ιστορικό δρόμο του μεταξιού και αξιοσημείωτη για την εναλλαγή των πολιτισμών. Υπάρχει ο ισχυρισμός ότι η Μερβ ήταν μια από τις μεγαλύτερες πόλεις του κόσμου τον 12ο αιώνα. Από το 1999 η αρχαία πόλη Μερβ ανήκει στον Κατάλογο Μνημείων Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO.
Κτίστηκε πρώτα από τον Μέγα Αλέξανδρο ως Αλεξάνδρεια. Επειδή η θέση της ελληνικής αποικίας ήταν άκρως ευάλωτη, οι σκυθικές ορδές την κατέστρεψαν. Έτσι, λίγα χρόνια αργότερα (ίσως το 312 π.χ.), ο Σέλευκος την ξαναέκτισε δίνοντάς της πρώτα το όνομα Συριανή και κατόπιν το όνομα Σελεύκεια. Μετά τη δεύτερη στη σειρά καταστροφή που υπέστη από τους βαρβάρους, ανοικοδομήθηκε από τον Αντίοχο Α΄, μετονομάστηκε σε Αντιόχεια και κατέστη πρωτεύουσα της Σελευκιδικής σατραπείας της Μαργιανής.
Οι Έλληνες άποικοι, που είχαν διασκορπιστεί, ξανακατοίκησαν την ανοικοδομημένη πόλη. Ο Αντίοχος επεξέτεινε και μεγέθυνε την ελληνική πόλη και τα σωζόμενα τείχη που έκτισε έφταναν σε ύψος τα 50-70 μ. στην τοποθεσία Γκιαούρ Καλά (το φρούριο των Ελλήνων στα τουρκικά).
Μετά από διαδοχικές καταλήψεις της πόλης από Άραβες, Σελτζούκους, Μογγόλους, Ουζμπέκους, Τουρκμάνους και Ρώσους, σήμερα η Μερβ ανήκει στο Τουρκμενιστάν. Στην περιοχή παράγονται άφθονα δημητριακά, βαμβάκι και φρούτα, ενώ έχει ακμάζουσα κτηνοτροφία.
Κατά τις αραβικές παραδόσεις αποτελεί λίκνο των Αρίων φυλών. Οι σημερινοί κάτοικοί της, 350.000 Τουρκμάνοι, ανήκουν στη φυλή των Τέκων, ονομαστών ιπποτρόφων, επιδέξιων τεχνιτών αργυρών ειδών και παλιά καλών οπλοποιών. Οι τάπητες που κατασκευάζουν θεωρούνται ανώτεροι των περσικών.
Πηγή: https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9C%CE%B5%CF%81%CE%B2